Δευτέρα 18 Οκτωβρίου 2010

Με ιστορία μεγαλύτερη των 10 ετών τα «greek statistics» στην Κοινότητα

Υπερβαίνει τη δεκαετία ο χρόνος αμφισβήτησης των ελληνικών στατιστικών δημοσιονομικών στοιχείων, από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία ενίοτε κάλυπτε τις ελληνικές κυβερνήσεις, όπως συνέβη μέχρι η Ελλάδα να «πιάσει» τα κριτήρια της ένταξης στην ΟΝΕ, αλλά και μετά το 2006, όταν η χώρα εξήλθε από την επιτήρηση, στην οποία την είχε οδηγήσει η περίφημη «απογραφή».
Πριν από το έτος 2000, η ταχεία αποκλιμάκωση του ελλείμματος του Προϋπολογισμού είχε κινήσει υποψίες στην Κομισιόν αλλά ο
 προβληματισμός έμεινε στο επίπεδο των τεχνοκρατών. Η ηγεσία της δεν ήθελε, για πολιτικούς λόγους, να ανακόψει την πορεία ένταξης της Ελλάδας στην Ευρωζώνη και έκανε τα «στραβά μάτια».
Σε πολιτικό επίπεδο και σε μυστικές διαβουλεύσεις που πραγματοποιούνταν τότε, μεταξύ του επιτελείου του τότε υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, Γιάννου Παπαντωνίου, και της Κομισιόν, η άτυπη (αλλά πολύ ουσιαστική συμφωνία) ήταν να διορθωθούν -μετά την ένταξη στην ΟΝΕ- τα μεγέθη που βελτιώθηκαν με τη «δημιουργική λογιστική». Ως χώρα, επιδείξαμε και προκλητική συμπεριφορά, φτάνοντας στο σημείο να καταθέτουμε Προϋπολογισμό με στόχο… πλεόνασμα!!! Πρόκειται για τον Προϋπολογισμό του 2001, ο οποίος, μέχρι και τον Απρίλιο του 2002, θεωρείτο ότι πέτυχε πλεόνασμα ύψους 0,1% του ΑΕΠ, το οποίο τελικά εξανεμίστηκε και μετατράπηκε κανονικά, σε έλλειμμα.
Οπως απέδειξε η ιστορία, η άτυπη συμφωνία δεν τηρήθηκε από την Ελλάδα και ξεκίνησε ο έλεγχος, αλλά δεν τηρήθηκε ούτε η συμφωνία (που αυτή τη φορά ήταν επίσημη), που έγινε με την απογραφή του 2004, όταν ο τότε ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών, Γιώργος Αλογοσκούφης, είχε καλέσει ο ίδιος τη Eurostat να ελέγξει τους εθνικούς λογαριασμούς, καταγγέλλοντας τις «αλχημείες» των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ Υποσχέθηκε όμως στους κοινοτικούς ότι στο εξής θα επικρατούσε διαφάνεια, πλην όμως συνεχίστηκε η απόκρυψη χρεών και ελλειμμάτων. Αρχικά, οι κοινοτικοί αποδείχτηκαν ιδιαίτερα εύπιστοι ή αφελείς, αφήνοντας την προηγούμενη κυβέρνηση να συνεχίζει τη «δημιουργική λογιστική».
Αξέχαστες είναι οι δηλώσεις θριάμβου και των επαίνων του προέδρου του Eurogroup, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, προς την ελληνική κυβέρνηση και τον υπουργό Οικονομικών, Γιώργο Αλογοσκούφη. Στις 5 Ιουνίου 2007, ο πρόεδρος της Ευρωζώνης, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, έδωσε συγχαρητήρια στον κ. Αλογοσκούφη «για τις εξαιρετικές προσπάθειες της κυβέρνησης, που επέτρεψαν την εξυγίανση της ελληνικής οικονομίας». Επίσης, είχε ρίξει ανάθεμα στις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, μιλώντας για «σκελετούς που βρήκαν οι ελεγκτές του στα ντουλάπια του ελληνικού υπουργείου Οικονομικών».
Συγκρατημένος, ο τότε αρμόδιος επίτροπος Αλμούνια μίλησε για συνέχιση των προσπαθειών για πλήρη εξυγίανση των δημοσιονομικών μεγεθών και τόνισε την αξιοπιστία των ελληνικών στοιχείων σε σχέση με τα προβλήματα που υπήρχαν στο παρελθόν.
Σε αντίστοιχες δηλώσεις (μάλλον εν θερμώ) προβαίνει και σήμερα ο πρόεδρος του Eurogroup, Ζ. Κλ. Γιούνκερ κατακεραυνώνοντας την προηγούμενη κυβέρνηση, της οποίας εκθείαζε την πρακτική της απογραφής και επαινώντας την τωρινή κυβέρνηση, την οποία κατηγορούσε προ τριετίας.
Οι πληγές των ελληνικών δημόσιων οικονομικών
Τα επιμέρους στοιχεία που χρησιμοποιούνταν για την απόκρυψη ελλειμμάτων και χρεών, αλλά και τα «κόλπα» που χρησιμοποιούσαν με συνέπεια οι ηγεσίες του υπουργείου Οικονομικών από το 1998 και μετά ήταν:
1. Το πλεόνασμα των Οργανισμών Γενικής Κυβέρνησης («άσπρη τρύπα»). Πρόκειται για τα πλεονάσματα των ασφαλιστικών ταμείων, των ΟΤΑ και άλλων ΝΠΔΔ, συνολικά περίπου 1.500 δημοσίων φορέων. Το συγκεκριμένο μέγεθος αφαιρείται από το έλλειμμα του Προϋπολογισμού και προκύπτει το έλλειμμα Γενικής Κυβέρνησης. Οσο πιο μεγάλη είναι η «άσπρη τρύπα» τόσο μικρότερο είναι το έλλειμμα. Τι συνέβαινε; Επειδή δεν υπήρχε -και ούτε ακόμα υπάρχει- τρόπος ακριβούς καταγραφής των οικονομικών στοιχείων των συγκεκριμένων φορέων, το πλεόνασμα αύξανε ανάλογα με το πόσο ήθελε η πολιτική ηγεσία να μειώσει το έλλειμμα του Προϋπολογισμού. Είναι χαρακτηριστικό ότι, στα έτη 2003 μέχρι και 2007, το ύψος της έφτανε στα 6 δισ. ευρώ και τώρα έχει συρρικνωθεί στα 2,5 δισ. ευρώ. Ομως «διορθώνεται» ξανά από τη Eurostat, για τα έτη 2006-2009, αυξάνοντας τα ελλείμματα.
2. Οι ενισχύσεις προς τις ΔΕΚΟ, με τις οποίες το Δημόσιο αποκτούσε μετοχές των ήδη κρατικών επιχειρήσεων. Επειδή οι επιχορηγήσεις προς τις ΔΕΚΟ καταγράφονται στο έλλειμμα, εφευρέθηκε άλλη τεχνική. Μετατράπηκαν οι ΔΕΚΟ σε Α.Ε. και το Δημόσιο, κάθε φορά που επρόκειτο να τις επιχορηγήσει, έκανε αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου τους. Κατέβαλε ρευστό στην εταιρεία και έπαιρνε μετοχές και εθεωρείτο ότι αύξανε την περιουσία του! Η μέθοδος καταργήθηκε το 2004.
3. Ο ετεροχρονισμός εγγραφής εσόδων και δαπανών στους κωδικούς του Προϋπολογισμού. Μεταφέρονταν έσοδα ή δαπάνες σε διαδοχικούς Προϋπολογισμούς, ώστε να μειώνεται το έλλειμμα του έτους στο οποίο υπήρχε ανάγκη.
4. Η αποπληρωμή των εξοπλιστικών προγραμμάτων των Ενόπλων Δυνάμεων δεν εγγράφονταν στον Προϋπολογισμό και στο δημόσιο χρέος. Εγγράφονταν με την παραλαβή του υλικού. Η Ν.Δ. άλλαξε τη μέθοδο, αλλά κατόπιν υποχρεώθηκε από τη Eurostat να επαναφέρει τη μέθοδο που είχε το ΠΑΣΟΚ.
5. Οι κεφαλαιοποιήσεις τόκων που αφαιρούνται από τις δαπάνες του Προϋπολογισμού και μεταφέρονται στο χρέος. Οταν δεν μπορούσε το Δημόσιο να καταβάλει τόκους ομολόγων και εντόκων, σε συμφωνία με Ταμεία ή με τράπεζες, τους κεφαλαιοποιούσε και εξέδιδε ομόλογα έναντι αυτών. Ετσι δεν επιβαρυνόταν το έλλειμμα, αλλά το δημόσιο χρέος.
6. Οι επιστροφές φόρων δεν εγγράφονταν ως δαπάνη στον Προϋπολογισμό. Τακτοποιήθηκαν σταδιακά από το 2002.
7. Οι εκδόσεις ανταλλάξιμων ομολόγων της Εθνικής Τράπεζας των Ελληνικών Πετρελαίων, δύο του ΟΤΕ [OTEr.AT] Σχετικά άρθρα και της Εμπορικής Τράπεζας, δεν εντάχθηκαν στο δημόσιο χρέος. Από το φθινόπωρο του 2002 εντάχθηκαν στο χρέος, το οποίο και διογκώθηκε.
8. Δεν εντάχθηκε στο χρέος το swap το 2001, με την Goldan Sachs. Ξεκίνησε με 2,5 δισ. ευρώ, και προσεγγίζει σήμερα τα 10 δισ. ευρώ.
9. Οι καταπτώσεις των εγγυήσεων του Δημοσίου δεν εγγράφονται ως δαπάνη του Προϋπολογισμού στο σκέλος των επιχορηγήσεων, καθώς εκδίδονταν νέα ομόλογα. Η «τρόικα» υποχρεώνει πλέον την εγγραφή των εγγυημένων από το Δημόσιο δανείων των ΔΕΚΟ, στο δημόσιο χρέος, το ύψος του οποίου θα αυξηθεί κατά 7% του ΑΕΠ.
10. Τα περισσότερα τρικ στα δημοσιονομικά μεγέθη γίνονταν μέσω της Δημόσιας Επιχείρησης Κινητών Αξιών, (ΔΕΚΑ), η οποία έχει αδρανοποιηθεί. Το ύψος του ενδοκυβερνητικού χρέους, δηλαδή οι επενδύσεις των Ταμείων και άλλων δημόσιων φορέων, σε κρατικά ομόλογα. Το συνολικό τους ύψος αφαιρείτο από το συνολικό χρέος (Κεντρικής Κυβέρνησης) και προέκυπτε το (χαμηλότερο) Χρέος Γενικής Κυβέρνησης. Υπήρχε αδιαφάνεια, η οποία, υπό το φόβο της τρόικας, αποκαθίσταται πλήρως.
11. Οι συναλλαγματικές διαφορές, από ομόλογα σε δολάρια, σε γιεν [JPY=X] Σχετικά άρθρα ή σε ECU, το κεφάλαιο των οποίων αυξανόταν όσο υποχωρούσε η ισοτιμία της δραχμής. Ομως οι διαφορές αυτές εγγράφονταν με δισταγμό στο δημόσιο χρέος.
12. Τα χρέη των νοσοκομείων. Οι επιχορηγήσεις προς τα νοσοκομεία από τον κρατικό Προϋπολογισμό δεν επαρκούσαν για να καλύψουν τα λειτουργικά τους έξοδα και, στο πλαίσιο αυτό, συσσωρεύονταν οφειλές των νοσοκομείων προς τους προμηθευτές τους, τα οποία θα έπρεπε να εγγραφούν στο έλλειμμα. Η τελευταία ρύθμιση αφορά σε χρέη περίπου 6 δισ. ευρώ, μέχρι και 31 Δεκεμβρίου 2009. Οι προμηθευτές διαμαρτύρονται ότι «γεννώνται» και νέα χρέη.
13. Οι εκτός προϋπολογισμού «Ειδικοί Λογαριασμοί», μέσω των οποίων γίνονταν εισπράξεις και πληρωμές, χωρίς να απεικονίζονται στο δημόσιο έλλειμμα. Δεν απέκρυβαν έλλειμμα, καθότι συνολικά ήταν πλεονασματικοί και άλλωστε γι' αυτό εντάχθηκαν το 2007 στον επίσημο Προϋπολογισμό, αλλά ήταν μια πηγή αδιαφάνειας, δεδομένου ότι, μέσω αυτών, τα ποσά που διακινούνταν έφταναν στα 5 δισ. ευρώ.
14. Τα «αντίτιµα». Ο κρατικός Προϋπολογισμός πλήρωνε επιδόματα σε δημοσίους υπαλλήλους και επέστρεφε φόρους (όσους επέστρεφε), αλλά τα ποσά δεν αναγράφονταν στις δαπάνες του Προϋπολογισμού. Επρόκειτο για ποσά της τάξης άνω των 5 δισ. ευρώ, αλλά το πρόβλημα περιορίστηκε, μετά τις επισημάνσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της Eurostat.
Η διαχρονική δημιουργική λογιστική
Αμέσως μόλις ολοκληρώθηκε η ένταξη των πρώτων 12 χωρών στην ΟΝΕ, η κοινοτική στατική υπηρεσία άλλαξε τους κανόνες τήρησης των εθνικών λογαριασμών, με στόχο να καταστεί αυστηρότερη η εποπτεία, η οποία ήταν αρκετά χαλαρή στην περίοδο της σύγκλισης (έως και 2000), ώστε να διευκολυνθούν ορισμένα κράτη, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, να πιάσουν τα κριτήρια της συνθήκης του Μάαστριχτ.
Η πρώτη εφαρμογή της νέας διαδικασίας εποπτείας των δημοσιονομικών μεγεθών έγινε το φθινόπωρο του 2002, όταν αναθεωρήθηκαν τα στοιχεία όλων των χωρών, αλλά οι μεγαλύτερες διαφορές διαπιστώθηκαν στην Ελλάδα. Μάλιστα, ήταν τέτοιες που ο τότε υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών, Νίκος Χριστοδουλάκης, αναγκάστηκε να τροποποιήσει το προσχέδιο του Προϋπολογισμού, του έτους 2003, το οποίο προέβλεπε πλεονάσματα, αλλά μετατράπηκαν σε ελλείμματα. Επίσης, αναθεωρήθηκαν οι Προϋπολογισμοί μέχρι και το 2000, όπως και το δημόσιο χρέος. Λίγο αργότερα, ο κ. Χριστοδουλάκης σε ένα συμβούλιο Ecofιn θα κατηγορήσει τη Γερμανία για υπερβολικό έλλειμμα!!!
Πάντως, παρά το αίτημα της Eurostat, η τότε πολιτική ηγεσία απέφυγε να θίξει την «άσπρη τρύπα», την οποία μάλιστα διόγκωσε στα επόμενα χρόνια, αλλά αποδέχτηκε τις αναθεωρήσεις σε άλλα σημεία λιγότερο επώδυνα.
Παρ' όλα αυτά, ο τότε έλεγχος επανέφερε την ελληνική οικονομία στην πραγματικότητα των ελλειμμάτων, από την ψευδαίσθηση των πλεονασμάτων, που είχε καλλιεργηθεί, χάρη στα ανύπαρκτα πλεονάσματα των δημοσίων οργανισμών.
Ομως και ο έλεγχος εκείνος δεν έθιξε το έλλειμμα του 1999, ώστε να μην αμφισβητηθεί ότι η Ελλάδα «μπήκε το σπαθί της στην ΟΝΕ», αλλά περιορίστηκε στα στοιχεία από το 2000 και μετά.
ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου